Τα κακώς κείμενα της εκπαίδευσης και οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Εδώ και τριάντα και πλέον χρόνια που είμαι καθηγητής στο δημόσιο αλλά και νωρίτερα, (1979-1981 μεταρρύθμιση Ράλλη) ζω εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στη Β/θμια Εκ/ση. Η κάθε κυβέρνηση αλλά και ο κάθε υπουργός ξεχωριστά, ήθελε να αφήσει στο στίγμα του στο χώρο της εκπαίδευσης. Το αποτέλεσμα; Κάθε πέρσι και καλύτερα που λέει ο λαός μας. Γιατί όμως μετά από τόσες μεταρρυθμίσεις δεν επικράτησαν ορισμένες νέες θετικές προτάσεις ή δεν διορθώθηκαν ορισμένα αρνητικά του εκπαιδευτικού μας συστήματος; Αυτό συμβαίνει γιατί καμία μεταρρύθμιση δεν εφαρμόστηκε μέχρι τέλους όπως είχε σχεδιαστεί. Το αποτέλεσμα ήταν να μη μπορεί να γίνει καμία αντικειμενική αξιολόγηση, δηλαδή ο εντοπισμός των θετικών και των αρνητικών στοιχείων της μεταρρύθμισης. Έτσι διαχρονικά επαναλαμβάνονται τα ίδια λάθη και η εκπαίδευση υφίσταται στο διηνεκές το μαρτύριο του Σισύφου. Μερικά ενδεικτικά παραδείγματα.
Α) ο θεσμός του πολλαπλού βιβλίου. Εφαρμόστηκε για μία δύο χρονιές σε μερικά μόνο μαθήματα χωρίς να αξιολογηθεί η προσπάθεια. Δόθηκαν αρκετά χρήματα τα οποία στην κυριολεξία πεταχτήκανε στους καλάθους των απορριμμάτων. Τελικά είναι καλός αυτός ο θεσμός ή όχι; Κανένας δεν έμαθε.
Β) ο θεσμός της εξέτασης όλων των μαθημάτων σε πανελλαδικό επίπεδο και η κατάργηση των πανελληνίων, όπως προέβλεπε το σχέδιο του αείμνηστου Αρσένη. Καταργήθηκε από την ίδια κυβέρνηση όταν άλλαξε ο υπουργός με αποτέλεσμα να μη μάθουμε ποτέ αν ένα τέτοιο σύστημα ήταν καλύτερο ή χειρότερο από το ισχύον.
Γ) ο θεσμός των project. Ενώ ο σχεδιασμός προέβλεπε δύο τουλάχιστον project ανά έτος ώστε οι μαθητές να ασχοληθούν τόσο με τις ανθρωπιστικές όσο και με τις θετικές επιστήμες, μετά από μερικά χρόνια, φθάσαμε στο σημείο να απαγορεύεται η ανάθεση project στους ΠΕ2,3,4 λόγω έλλειψης καθηγητών και η ανάθεση ενός project σε καθηγητές ειδικοτήτων που ήταν σε περίσσεια για τη συμπλήρωση ωραρίου. Με αποτέλεσμα είναι αδύνατη η αξιολόγηση του εν λόγω θεσμού.
Δ) Ο θεσμός της τράπεζας θεμάτων. Καταργήθηκε πριν καλά καλά εφαρμοστεί. Κανένας δεν θα μάθει αν η εφαρμογή του θα ήταν θετική ή αρνητική.
Ένας άλλος λόγος της αποτυχίας των μεταρρυθμίσεων που επιχειρήθηκαν κατά καιρούς είναι ότι δεν είχαν τη συναίνεση τόσο των πολιτικών κομμάτων αλλά ακόμη σημαντικότερο αυτών που θα εφάρμοζαν αυτές τις μεταρρυθμίσεις, δηλαδή των καθηγητών. Με αποτέλεσμα να ανατρέπονται μερικώς ή ολικώς από την επόμενη κυβέρνηση ή υπουργό της ίδιας κυβέρνησης με τις επιπτώσεις που προείπαμε.
Συμπέρασμα: Οποιαδήποτε μεταρρύθμιση που επιχειρείται θα πρέπει εκ των προτέρων να έχει εξασφαλίσει μια ελάχιστη πολιτική συναίνεση και να εφαρμοστεί μέχρι τέλους, ώστε να μπορεί τελικά να αξιολογηθεί. Αλλιώς είναι προτιμότερο να γίνονται κάθε φορά μικρές αλλαγές προς τη σωστή όμως κατεύθυνση, παρά ριζικές μεταρρυθμίσεις.
Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Νομίζω ότι κανένας δεν αισθάνεται υπερήφανος για τη σημερινή κατάσταση της εκπαίδευσης στη χώρα μας. Σε αυτό πιστεύω ότι συμφωνούν άπαντες. Ποια είναι όμως τα αίτια αυτής της κατάστασης; Τα πιθανά αίτια που θα μπορούσε κάποιος να αναφέρει για την κακή κατάσταση της εκπαίδευσης στη χώρα μας είναι:
- Η έλλειψη επιστημονικής γνώσης και διδακτικής επάρκειας ή και ζήλου από τη μεριά των καθηγητών
- Ο προσανατολισμός των μαθητών μόνο στα εξεταζόμενα μαθήματα και ειδικότερα στις Πανελλήνιες εξετάσεις.
- Οι μεγάλες εξεταστικές περίοδοι.
- Τα κακά αναλυτικά προγράμματα σπουδών
- Η μη σύνδεση των μαθημάτων με τα ενδιαφέροντα των μαθητών
- Η μη σύνδεση των μαθημάτων με την αγορά εργασίας
- Η απαρχαιωμένη ύλη που δεν συνάδει με την αντίστοιχη των ευρωπαϊκών αναλυτικών προγραμμάτων
- Τα ακατάλληλα βιβλία
- Το χάσιμο πολλών ωρών διδασκαλίας
- Η έλλειψη υλικοτεχνικών υποδομών.
Ας αναλύσουμε και ας σχολιάσουμε λίγο περισσότερο τον καθένα από τους παραπάνω παράγοντες.
1. Η έλλειψη επιστημονικής γνώσης
Εδώ υπάρχει μία μεγάλη διαφοροποίηση-αντίφαση μεταξύ Πρωτοβάθμιας και Δευτεβάθμιας Εκπαίδευσης. Στο Δημοτικό έχουν τοποθετηθεί καθηγητές Αγγλικής Φιλολογίας για να διδάξουν αγγλικά, Γυμναστές για να διδάξουν γυμναστική, Μουσικοί για να διδάξουν μουσική, Πληροφορικοί για να διδάξουν πληροφορική σε παιδιά από 6-12 ετών. Η επιστημονική γνώση των ανωτέρω είναι σαφώς μεγαλύτερη από τις εκπαιδευτικές ανάγκες που καλούνται να καλύψουν. Από την άλλη στη Γ’ Λυκείου Φυσικοί καλούνται να διδάσκουν Βιολογία κατεύθυνσης και τανάπαλιν. Σ’ αυτή την περίπτωση η έλλειψη επιστημονικής γνώσης σε σχέση με το εκπαιδευτικό αντικείμενο που καλείται να διδάξει ο καθηγητής είναι δεδομένη, αφού το μάθημα που καλείται να διδάξει πολλές φορές δεν το έχει καν διδαχτεί στο Πανεπιστήμιο. Αυτό συμβαίνει γιατί το Υπουργείο Παιδείας δεν έπαιρνε ούτε παίρνει αποφάσεις με γνώμονα το καλό των μαθητών, αλλά με γνώμονα την πίεση που δέχεται από τις διάφορες συντεχνίες. Κλασική περίπτωση η πρόσληψη Γεωπόνων στα Λύκεια με πρώτη ανάθεση τη διδασκαλία του μαθήματος της Τεχνολογίας ( ένα μάθημα που μόνο η τεχνολογία δεν διδάσκεται ) καθώς και η πρόσληψη Γεωλόγων χωρίς να διδάσκεται το μάθημα της Γεωλογίας ( κακώς βεβαίως ).
2. Η έλλειψη διδακτικής εμπειρίας
Ο νόμος που προέβλεπε μία 5ετή θητεία ενός πρωτοδιόριστου καθηγητή στο Γυμνάσιο και μετά το δικαίωμα να διδάσκει σε Λύκειο ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Η ιδέα του μέντορα ποτέ δεν μπήκε στην πράξη. Τα παιδαγωγικά τμήματα λειτουργούν είτε στο επίπεδο της Πρωτοβάθμιας είτε σε μεταπτυχιακό επίπεδο στα Πανεπιστημιακά τμήματα με πολύ αμφιλεγόμενα αποτελέσματα στη διαδικασία της καθημερινής εκπαιδευτικής πρακτικής. Η διδακτική επάρκεια που είναι το ζητούμενο από πολλούς δεν νομίζω ότι θα λύσει κανένα πρόβλημα της εκπαίδευσης. Θεωρώ ότι και αυτό εντάσσεται σε συντεχνιακά συμφέροντα και όχι στις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης.
3. Η έλλειψη ζήλου από μεριάς των καθηγητών
Εδώ μπαίνει το θέμα της αξιολόγησης. Σε καμία άλλη χώρα όσο έχω υπόψη μου δεν γίνονται τόσο τακτικές αξιολογήσεις για την ανάδειξη νέων Διευθυντών σχολείων, Συμβούλων, Στελεχών, Περιφερειακών Διευθυντών κλπ. Άρα αξιολόγηση υπάρχει στη χώρα μας. Αξιοκρατία δεν υπάρχει. Κατέχουμε την παγκόσμια πρωτοτυπία να μην προβλέπει ο νόμος την αξιολόγηση του έργου που έχει αφήσει πίσω του ένας πχ Διευθυντής σχολείου ο οποίος διεκδικεί ξανά την ίδια θέση, αφού σε όλους ανεξαρτήτως τους Διευθυντές με την ίδια θητεία, δίνει τα ίδια μόρια. Αυτά για την αξιολόγηση των στελεχών. Αξιολόγηση των μάχιμων καθηγητών δεν υπάρχει. Έτσι ο ζήλος που δείχνει κάποιος καθηγητής για τη δουλειά του δεν έχει καμία απολύτως θετική γι αυτόν επίπτωση. Μόνο αρνητικές υπάρχουν. Διαμαρτυρίες από τη μεριά των μαθητών και των γονέων, αφού συνήθως ένας καθηγητής με ζήλο είναι και πιο απαιτητικός, χλεύη από μερίδα συναδέλφων, πίεση από τον Διευθυντή ώστε να μη βγάλει κακό όνομα το σχολείο και δεν έρθουν αρκετοί μαθητές ( οπότε υπάρχει περίπτωση να χαθούν οργανικές θέσεις) κλπ. Εν τέλει το εκπαιδευτικό μας σύστημα δουλεύει με μοναδική κινητήρια δύναμη το φιλότιμο.
4. Οι Πανελλήνιες Εξετάσεις
Μετά από τόσα χρόνια δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ( εσκεμμένα ίσως ) ότι δεν πρόκειται για εξετάσεις αλλά για διαγωνισμούς. Ότι σε αυτούς τους διαγωνισμούς ανεξάρτητα της δυσκολίας των θεμάτων ο ίδιος αριθμός μαθητών θα καταλάβει τις ίδιες θέσεις. Ότι είναι αδύνατον να καταργηθούν και να αντικατασταθούν με κάποιο πιο δίκαιο και αδιάβλητο σύστημα, όσο ένας πολύ μεγάλος αριθμός μαθητών διεκδικεί πολύ λιγότερες θέσεις ( πχ στην ιατρική ). Σκοπίμως καλλιεργείται μία παραπληροφόρηση ότι δεν υπάρχουν εξετάσεις σε άλλα κράτη. Σε όλα τα κράτη στις σχολές υψηλής ζήτησης υπάρχουν σοβαρότατοι περιορισμοί. Είτε άμεσα με εξετάσεις είτε έμμεσα αρχίζοντας την επιλογή από πολύ μικρότερες ηλικίες όπως πχ στη Γερμανία που από 12 ετών το 70% των μαθητών αποκλείεται από την Πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
Εδώ και πολλά χρόνια δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι η χώρα μας δεν έχει ανάγκη από επιστημονικό προσωπικό ( γιατροί δικηγόροι μηχανικοί φυσικοί ) αλλά από μέσο τεχνικό προσωπικό. Μία σοβαρή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση κατά τη γνώμη μου θα άρχιζε από τα Τεχνικά Λύκεια τα οποία θα μεταμόρφωνε από σκουπιδοντενεκέ της εκπαίδευσης που είναι σήμερα, στη βιτρίνα του συστήματος. Και αυτό θα μπορούσε να το πετύχει με:
1.Αναπροσαρμογή του προγράμματος σπουδών ώστε να ανταποκρίνεται με την αγορά εργασίας.
2.Κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων
3.Γενναία χρηματοδότηση
4.Έλεγχο και αξιοκρατία στις δομές λειτουργίας τους.
Ένα άλλο πρόβλημα της εκπαίδευσης είναι ο εξετασοκεντρικός της χαρακτήρας. Τα μαθήματα σταματάνε στις 12-15 Μαίου και ξεκινάνε στις 11-15 Σεπτεμβρίου. Γιατί άραγε να υπάρχουν δύο μήνες χαμένοι από την εκπαιδευτική διαδικασία; Θα μπορούσαμε να περιορίσουμε αυτό το διάστημα στον έναν μήνα κερδίζοντας ένα μήνα μάθημα.
5. Τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών
Εδώ μιλάμε για την απόλυτη αποτυχία. Κανένα αναλυτικό πρόγραμμα δεν εφαρμόστηκε ποτέ όπως ψηφίστηκε. Πάντα γινόταν μία γενναία περικοπή και εφαρμοζόταν μία καρικατούρα του αρχικού προγράμματος. Και αυτό γιατί υπήρχε η εμμονή ότι όσο λιγότερη ύλη τόσο καλύτερο για τους καθηγητές και τους μαθητές. Τόσο καλύτερα και για την τσέπη των γονιών αφού αν η ύλη είναι πολύ λίγη δεν χρειάζονται τα φροντιστήρια. Άποψη των στελεχών της εκπαίδευσης από τη δεκαετία του 90 η οποία μολονότι έχει καταπέσει στην πράξη, υπάρχουν ακόμη στελέχη που την υποστηρίζουν. Είμαστε η χώρα των άκρων. Έχουμε χάσει το μέτρο. Αυτό μπορεί περίτρανα κάποιος να το διαπιστώσει διαβάζοντας το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών της θητείας Αρβανιτόπουλου που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της κυβέρνησης στις 23 Ιανουαρίου 2015 δύο ημέρες πριν από τις εκλογές καθώς και το αναλυτικό πρόγραμμα που εφαρμόστηκε αμέσως μετά τις εκλογές από τον Υπουργό κο Μπαλτά ( αφαίρεση του ηλεκτρομαγνητισμού από το Λύκειο). Οι ημερομηνίες αναδεικνύουν και το γεγονός ότι εκτός του μέτρου έχουμε χάσει και τη σοβαρότητα.
Κατά την άποψή μου τα αναλυτικά προγράμματα θα πρέπει να εκπονούνται υποχρεωτικά από καθηγητές που έχουν διδακτική εμπειρία τουλάχιστον 15 ετών και ειδικότερα για τις φυσικές επιστήμες από μεικτές επιτροπές Μαθηματικών και ΠΕ4.
6. Η σύνδεση των μαθημάτων με τα ενδιαφέροντα των μαθητών
Στο μείζον πρόγραμμα επιμόρφωσης ( ένα από τα πιο φιλόδοξα και ίσως και πιο πετυχημένα πιλοτικά προγράμματα επιμόρφωσης των καθηγητών ) υπήρξε καλή πρακτική η οποία πρότεινε το εξής: αφού οι μαθητές των ΕΠΑΛ δεν έχουν έφεση στη φυσική ας τους προτρέψουμε να ζωγραφίζουν γκράφιτι με τύπους της φυσικής. Η πρόταση αυτή θεωρήθηκε καινοτόμα καθώς συνδύαζε την τέχνη με την επιστήμη. Με την ίδια λογική, αν κάποιος δυσκολεύεται να μάθει σκάκι τότε ας του μάθουμε ντάμα ή φιδάκι. Ένας καλός δάσκαλος μπορεί να προκαλεί το ενδιαφέρον των μαθητών ακόμη και αν τους μιλάει για τ’ άστρα. Ο κακός καθηγητής δεν θα τους προκαλέσει το ενδιαφέρον ακόμη και αν τους μιλάει για το ποδόσφαιρο. Είναι μέγα λάθος να προσαρμόζουμε το αναλυτικό πρόγραμμα σύμφωνα με τα ενδιαφέροντα των μαθητών. Αντιθέτως θα πρέπει να γίνεται το μάθημα με τέτοιον τρόπο, ώστε να μετατοπίζουμε τα ενδιαφέροντα των μαθητών προς το αντικείμενο που διδάσκουμε.
7. Η σύνδεση των αναλυτικών προγραμμάτων με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Εδώ πρέπει να διακρίνουμε τις έννοιες παιδεία – μόρφωση και κατάρτιση.
Η παιδεία σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να είναι χρησιμοθηρική. Θα πρέπει να έχει ως θεμέλιο τις βασικές κολόνες του πολιτισμού, την τέχνη τη γλώσσα και την επιστήμη. Δεν νοείται άνθρωπος μορφωμένος να μην γνωρίζει βασικές αρχές από την επιστήμη την ιστορία τη γλώσσα την ποίηση και τη λογοτεχνία. Τα γενικά λύκεια θα πρέπει να παρέχουν μόρφωση. Στα τεχνικά λύκεια είναι πρακτικά αδύνατο το κύριο βάρος να δοθεί στη μόρφωση και όχι στην κατάρτιση. Εδώ οι ισορροπίες είναι λεπτές. Δυστυχώς μία ενιαία δωδεκάχρονη εκπαίδευση είναι μία ουτοπία που η εμμονή σε αυτήν θα είναι σε βάρος τόσο της μόρφωσης όσο και της κατάρτισης.
8. Η ποσότητα της ύλης. Προσαρμογή με τα Ευρωπαϊκά δεδομένα.
Είναι γεγονός ότι σε κάποια μαθήματα η ύλη είναι αρκετά μεγάλη και σε κάποια άλλα αρκετά μικρή. Θα πρέπει τα αναλυτικά προγράμματα να συμπλέουν λίγο πολύ με αυτά των Ευρωπαϊκών χωρών αφού θα πρέπει οι Έλληνες μαθητές να μην υστερούν από τους Ευρωπαίους συμμαθητές τους, όταν και όποτε αποφασίσουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε κάποια άλλη Ευρωπαϊκή χώρα. Όπως προαναφέραμε η υπερβολή αλλά και κάποιες ιδεολογικού περιεχομένου αγκυλώσεις έχουν συμβάλλει ώστε η διδακτέα ύλη άλλοτε να είναι πολύ μικρότερη και άλλοτε πολύ μεγαλύτερη από αυτήν αντίστοιχων Ευρωπαϊκών χωρών. Η γενική αρχή ότι θα πρέπει να ελαττωθεί η ύλη σε όλα τα μαθήματα είναι στα πλαίσια της οικονομίας και του λαϊκισμού ( αφού καμία ομάδα εκτός από τους καθηγητές δεν είναι ενάντια σε μία τέτοια λογική της ελάχιστης προσπάθειας) και όχι στα πλαίσια μίας καλύτερης παιδείας για τον τόπο μας, εναρμονισμένης στα Ευρωπαϊκά δεδομένα.
9. Τα ακατάλληλα διδακτικά βιβλία:
Ήμαστε από τις λίγες χώρες που παρέχονται δωρεάν τα διδακτικά βιβλία. Αυτό φυσικά είναι ένα θετικό στοιχείο της εκπαίδευσής μας που θα πρέπει να διατηρηθεί. Παρόλα αυτά παρατηρείται το φαινόμενο καταστροφής των βιβλίων από μεριά των μαθητών στο τέλος της σχολικής χρονιάς και αφετέρου η δυσκολία αναπροσαρμογής των βιβλίων. Εδώ και πολλά χρόνια έχει προταθεί στο Υπουργείο η εξής διαδικασία. Τα βιβλία να δίνονται στους μαθητές δανειστικά. Στο τέλος της κάθε σχολικής χρονιάς οι μαθητές να είναι υποχρεωμένοι να επιστρέψουν το βιβλίο σε καλή κατάσταση, αλλιώς να πληρώνουν το κόστος του βιβλίου το οποίο σημειωτέον δεν ξεπερνά τα 3-4 ευρώ. Αυτό να έχει ένα κύκλο τριών ή τεσσάρων ετών. Οι μαθητές που θα πάρουν στο τέλος του κύκλου αυτού τα βιβλία, να μην είναι υποχρεωμένοι να τα επιστρέψουν. Σε κάθε κύκλο να εκδίδεται μία νέα έκδοση για κάθε βιβλίο η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις των προηγούμενων ετών από κάποια επιτροπή που θα συγκεντρώνει και θα αξιολογεί τις παρατηρήσεις από τους διδάσκοντες καθηγητές. Με αυτόν τον τρόπο θα μάθουν αφενός οι μαθητές να σέβονται το βιβλίο και αφετέρου θα επανεκδίδεται ένα βιβλίο το οποίο συνεχώς θα βελτιώνεται. Και όλα αυτά χωρίς κανένα οικονομικό κόστος. Η πρόταση αυτή, η οποία δεν αποτελεί πρωτοτυπία αλλά εφαρμόζεται σε αρκετές χώρες, δεν έγινε δεκτή από το Υπουργείο είτε λόγω αδιαφορίας είτε λόγω φόβου για τυχόν αντιδράσεις από συνδικαλιστές ή πολιτικούς αντιπάλους.
10. Το χάσιμο πολλών διδακτικών ωρών διδασκαλίας
Ένα μονόωρο μάθημα ενώ θεωρητικά προβλέπεται ότι θα διδαχτεί κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς για 9μήνες x 4 βδομάδες ανά μήνα = 36 ώρες, σπάνια ξεπερνάει τις 22 ώρες. Αυτό το γεγονός αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος, αφού πλήθος ωρών χάνονται σε εκδρομές, περιπάτους, παρελάσεις, καταλήψεις, εκδηλώσεις, απεργίες κλπ. Μία λύση θα ήταν η υποχρεωτική διδασκαλία κάποιων ελάχιστων ωρών πχ 23 ώρες ανά μονόωρο μάθημα 46 ανά δίωρο κλπ ώστε αυτό να θεωρείται επαρκώς διδακτέο. Την ευθύνη για τη συμπλήρωση των ελάχιστων ωρών διδασκαλίας να την έχει το κάθε σχολείο. Δεν είναι λογικό να μένουν μαθητές στην ίδια τάξη από απουσίες αλλά να μην υπάρχει καμία συνέπεια όταν ίδιες ή περισσότερες ώρες χάνονται συλλογικά.
11. Η έλλειψη υλικοτεχνικών υποδομών.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι στη Β/θμια εκπαίδευση υπάρχει πρόβλημα υποδομών. Έλλειψη αιθουσών, γραφείων καθηγητών, χώρων πολλαπλών χρήσεων, χώρων αυλισμού και άθλησης των μαθητών, εργαστηρίων κλπ. Όσα όμως χρήματα δόθηκαν με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για δημιουργία υποδομών δεν είχαν τα αντίστοιχα εκπαιδευτικά οφέλη, αφού μετά την υλοποίηση αφέθηκαν στη μοίρα τους. Αυτό συνέβη με την κατασκευή Βιβλιοθηκών και Εργαστηριών Φυσικών Επιστημών με τη διάθεση λαπτοπ σε όλους τους μαθητές της Α’ Γυμνασίου, με τη διάθεση διαδραστικών πινάκων κλπ. Τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα ήταν σχεδόν μηδαμινά σε σχέση με το κόστος της αντίστοιχης επένδυσης.
Έτσι αποδείχτηκε ότι οι υλικοτεχνικές υποδομές είναι μεν απαραίτητες αλλά δεν έχουν τα αντίστοιχα εκπαιδευτικά αποτελέσματα αν δεν γίνονται προγραμματισμένα, στοχευμένα και με συνεχή υποστήριξη.
ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ
Η κρίση στην εκπαίδευση δεν είναι Ελληνικό φαινόμενο. Είναι Ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο. Δεν νομίζω οι Αμερικάνοι θα πρέπει να αισθάνονται υπερήφανοι για το εκπαιδευτικό τους σύστημα, το οποίο ως γνωστό είναι πολλών ταχυτήτων και στο οποίο έχει πρωτοεμφανιστεί και συνεχίζει να υπάρχει το φαινόμενο του λειτουργικού αναλφαβητισμού. Πολλές εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις έχουν προταθεί αλλά και έχουν αποτύχει στο εξωτερικό. Ακόμη και το μοντέλο της Φιλανδίας που θεωρείται το πιο πετυχημένο διεθνώς είναι από πολλούς επαΐοντες υπό αμφισβήτηση. Το ίδιο και ο θεσμός του διαγωνισμού PISA που έχει υιοθετηθεί από πλήθος κρατών. Έτσι όσο λάθος είναι να θεωρούμε ότι κάθε ξένο και καλύτερο, άρα θα πρέπει να το υιοθετήσουμε χωρίς κριτική, άλλο τόσο λάθος είναι να θεωρούμε ότι είμαστε κάτοχοι της απόλυτης αλήθειας και ότι η υιοθέτηση ξένων μεθόδων και τακτικών σημαίνει υποτέλεια, υποδούλωση και ανθελληνισμό.
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ
Όλες οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στον τόπο μας μέχρι σήμερα, είχαν ένα οικονομικό κόστος το οποίο αναλωνόταν είτε σε αγορά λάπτοπ και διαδραστικών πινάκων είτε σε οργάνωση σεμιναρίων είτε σε συγγραφή νέων βιβλίων και αναλυτικών προγραμμάτων είτε σε ανάπτυξη εργαστηρίων κλπ. Η τωρινή μεταρρύθμιση νομίζω ότι είναι η πρώτη που όχι μόνο δεν εμπεριέχει οικονομικό κόστος αλλά αντιθέτως οικονομία κλίμακας. Μία κατά πάσα πιθανότητα επιταγή των δανειστών μας. Αυτό το γεγονός δεν είναι απαραιτήτως κακό, αφού όπως προαναφέραμε η εκπαίδευση στον τόπο μας ήταν για πολλά χρόνια ακριβή στα πίτουρα και φθηνή στις κότες. Η κριτική μας στην προτεινόμενη μεταρρύθμιση θα πρέπει να είναι όσο δυνατό αντικειμενικότερη πέρα από πολιτικές ιδεοληψίες, και από συντεχνιακά συμφέροντα.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται το φαινόμενο όλο και λιγότεροι θεσμικοί παράγοντες που προτείνουν αλλαγές και μεταρρυθμίσεις να είναι σχετικοί με τη Β/θμια εκπαίδευση. Πχ. Στο ΙΕΠ ( Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολικής ) το οποίο είναι ο θεσμοθετημένος σύμβουλος του Υπουργείου Παιδείας σε θέματα παιδείας, από τους 85 υπαλλήλους του, μέχρι πρόσφατα κανένας δεν ήταν του κλάδου ΠΕ4! Από τους 36 σοφούς που συγκρότησαν την επιτροπή για τις προτάσεις της νέας μεταρρύθμισης στη Β/θμια, ένας μόνο ανήκε στο χώρο της Β/θμιας εκπαίδευσης και μάλιστα με ειδικότητα η οποία είχε καταργηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Πως είναι λοιπόν δυνατό άνθρωποι που δεν μπήκαν ποτέ σε τάξη να αποφασίζουν και μάλιστα σωστά, για θέματα που αφορούν την τάξη; Μία επιτροπή που θα προτείνει αλλαγές στη β/θμια εκπαίδευση θα πρέπει να αποτελείται από άτομα που έχουν τουλάχιστον μία 15ετή θητεία στην τάξη. Σημειωτέον ότι στο χώρο της Β/θμιας υπηρετούν χιλιάδες εκπαιδευτικοί με αξιόλογα επιστημονικά προσόντα, με μεγάλη εμπειρία από τη διεθνή εκπαιδευτική κοινότητα και με πλήθος διεθνών διακρίσεων.
Η νέα μεταρρύθμιση φοβάμαι ότι είναι μία από τα ίδια. Και αυτό όχι γιατί δεν έχει και κάποια θετικά στοιχεία, όπως πχ την ελάττωση των ωρών στα Γυμνάσια ή τον εξορθολογισμό διδασκαλίας των αρχαίων, τη μείωση των εξεταστικών περιόδων, την αύξηση της δυνατότητας επιλογών των μαθητών κλπ. Αυτές όμως οι προτάσεις γίνανε με αποκλειστικό στόχο την οικονομία και όχι την καλύτερη λειτουργία των σχολείων, αφού το Υπουργείο δεν τόλμησε να τα βάλει με ισχυρά κέντρα ή συντεχνίες. Αλήθεια με ποια κριτήρια αποφασίστηκε η ελάττωση των ωρών στη βιολογία και όχι π.χ στα θρησκευτικά; Τέλος δεν μπορώ να μην αναφέρω ότι αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία να μην διδάσκονται οι μαθητές Λυκείου Ηλεκτρομαγνητισμό και νόμο της Παγκόσμιας Έλξης. Αλήθεια ποια επιτροπή πρότεινε ένα τέτοιο αναλυτικό πρόγραμμα;
Είναι γεγονός ότι από μία αριστερή κυβέρνηση περίμενε κάποιος πολύ περισσότερα και ουσιαστικότερα. Αλλά τελικά ισχύει γι’ άλλη μία φορά το ρητό «τι είχες Γιάννη τι είχα πάντα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου