Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2019

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ S.T.E.M  ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
S.T.E.M.
Μια δημιουργική και καινοτόμος μεθοδολογία που θα κάνει τα σχολεία μας πιο ελκυστικά και χρήσιμα ή μια προσαρμογή της εκπαίδευσης στις ανάγκες των αγορών;
Τι είναι η μεθοδολογία S.T.E.M. και σε τι αποσκοπεί;
Από το site που προβάλλει την πολιτική S.T.E.M. αντιγράφουμε αποσπάσματα:
Ο όρος “S.T.E.M.” Science, Technology, Engineering and Mathematics πρωτοεμφανίσθηκε το 2001 από τη βιολόγο Judith A. Ramaley, η οποία ως Διευθύντρια του Ιδρύματος Φυσικών Επιστημών των ΗΠΑ ήταν υπεύθυνη για την ανάπτυξη νέων προγραμμάτων σπουδών. Το “S.T.E.M” είναι μια προσέγγιση στην Εκπαίδευση που σχεδιάζεται, ώστε στη διδασκαλία των Μαθηματικών και των Φυσικών Επιστημών, που είναι ζωτικής σημασίας για μια βασική κατανόηση του σύμπαντος, να εισαχθούν οι Τεχνολογίες και η Επιστήμη των Μηχανικών, που αποτελούν για τον άνθρωπο τα μέσα αλληλεπίδρασης με το σύμπαν. Στο Πανεπιστήμιο της Columbia αναφέρεται ότι το βασικό ερώτημα είναι: “Πώς μπορούμε να κάνουμε τη μάθηση να αποκτήσει τέτοιο νόημα για τους μαθητές, ώστε να παραμένουν στο σχολείο, να επιτυγχάνουν υψηλές επιδόσεις και με επιτυχία να αποφοιτούν από το λύκειο προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση ή προς μια δουλειά της επιλογής τους;” Η απάντηση είναι … “απλή”: Οι μαθητές θα πρέπει να εκπαιδευτούν, ώστε να αντιληφθούν ότι η δική τους ευημερία εξαρτάται από την ποιότητα του πλανήτη και η όποια εκπαίδευσή τους θα πρέπει να περιλαμβάνει την εκπαίδευση σε θέματα όπως: την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, τη διατήρηση της εναπομένουσας βιοποικιλότητας, την προστασία και την πρόσβαση σε πηγές νερού κλπ, ώστε οι μαθητές να μπορούν να αντιμετωπίζουν τέτοια θέματα-προκλήσεις, τα οποία όμως έχουν περιβαλλοντικές, κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές επιδράσεις. Με το S.T.E.M. επιχειρείται ο μετασχηματισμός από το επίπεδο της παραδοσιακής δασκαλοκεντρικής διδασκαλίας στη διδασκαλία όπου κυρίαρχο ρόλο στο αναλυτικό πρόγραμμα θα διαδραματίζει η επίλυση προβλήματος, η ανακαλυπτική-διερευνητική μάθηση, ενώ θα απαιτείται η δημιουργική εμπλοκή των εκπαιδευόμενων στην ανακάλυψη της λύσης.
Σύμφωνα λοιπόν με τους οπαδούς της μεθοδολογίας S.T.E.M., αν υιοθετηθεί αυτή η μεθοδολογία στην εκπαίδευση, το ενδιαφέρον των μαθητών για τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες θα αυξηθεί, αφού τα μαθήματα αυτά θα αποκτήσουν νόημα. Και αυτό θα συμβεί, γιατί θα προσπαθήσουν να λύσουν ένα πρόβλημα της καθημερινότητας και μάλιστα όχι με μία δασκαλοκεντρική διαδικασία μάθησης αλλά με μία ανακαλυπτική – διερευνητική διαδικασία δουλεύοντας μέσα από την ομάδα.
Κάποιος διαβάζοντας τα ανωτέρω θα συμφωνούσε ανεπιφύλακτα ότι η πολιτική S.T.E.M. πρέπει να υιοθετηθεί άμεσα από την εκπαιδευτική κοινότητα, αφού μόνο θετικά αποτελέσματα μπορούμε να έχουμε από αυτή τη μεταρρύθμιση.
Τελικά όμως θα πρέπει να είμαστε υπέρ μίας χρησιμοθηρικής παιδείας;
Ας αρχίσουμε από τη βασική αρχή της φιλοσοφίας στην οποία βασίζεται η μεθοδολογία S.T.E.M., η οποία υποστηρίζει ότι τα μαθήματα των φυσικών επιστημών και τα μαθηματικά δεν είναι αποδεκτά από τους μαθητές, αφού τα θεωρούν εντελώς άσχετα από τις καθημερινές τους ανάγκες και εφαρμογές. Γι’ αυτό θα πρέπει να διδάσκονται χρήσιμα πράγματα. Δηλαδή θα πρέπει να στραφούμε σε μία χρησιμοθηρική παιδεία. Αν όμως στραφούμε σε μία τέτοια παιδεία, το επόμενο βήμα θα είναι να αποδεχτούμε ότι σε αυτά τα πλαίσια της εκπαίδευσης δε θα χωράνε γνωστικά αντικείμενα όπως η ποίηση, η λογοτεχνία, η αστρονομία, η ευκλείδια γεωμετρία, η φυσική των στοιχειωδών σωματιδίων κ.λπ., αφού όλες αυτές οι γνώσεις δεν έχουν καμία απολύτως πρακτική εφαρμογή. Τα μαθήματα αυτά θα πρέπει να αντικατασταθούν από τα εφαρμοσμένα μαθηματικά, την τεχνολογία, την πληροφορική αλλά γιατί όχι και από τη μαγειρική, το μακιγιάζ κ.λπ. Έτσι χάνεται αυτό που λέμε μόρφωση και πάμε σε αυτό που λέμε δεξιότητες.
Τι είναι όμως αυτό που λέμε μόρφωση;
Το οικοδόμημα που λέγεται πολιτισμός είναι κοινώς αποδεκτό ότι στηρίζεται σε δύο πυλώνες, στην τέχνη και στην επιστήμη και δε νοείται ένας μορφωμένος άνθρωπος να μη γνωρίζει τα μεγάλα επιτεύγματα της ανθρωπότητας σε αυτούς τους τομείς. Επομένως, δε θεωρείται μορφωμένος ένας μεγάλος φυσικός, χημικός, ιατρός ή μηχανικός ο οποίος δε γνωρίζει βασικά στοιχεία από μουσική, λογοτεχνία, θέατρο, κινηματογράφο κ.λπ. και αντίστοιχα δε θεωρείται μορφωμένος ένας μεγάλος λογοτέχνης, καλλιτέχνης κ.λπ. ο οποίος δε γνωρίζει τα μεγάλα επιτεύγματα της επιστήμης, όπως π.χ. τις βασικές αρχές της παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας ή της ασύρματης επικοινωνίας ή ειδικότερα ότι είμαστε κάτοικοι του 3ου πλανήτη του ηλιακού μας συστήματος ή ότι υπάρχουν δισεκατομμύρια γαλαξίες σαν τον δικό μας που απομακρύνονται αμοιβαία.
Η χρησιμότητα δεν έχει θέση στην επιστήμη, αφού ανέκαθεν το κίνητρο για την επιστημονική έρευνα δεν ήταν ούτε το οικονομικό όφελος ούτε η λύση ενός πρακτικού προβλήματος. Ήταν η έμφυτη περιέργεια του ανθρώπου για την κατανόηση της λειτουργίας της φύσης. Η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται περίτρανα από τη ρήση του πατέρα της κβαντικής φυσικής Μαξ Πλάνκ: « Η επιστημονική ανακάλυψη και η επιστημονική γνώση έχουν επιτευχθεί από ανθρώπους που την έχουν επιδιώξει χωρίς να έχουν στο μυαλό τους κανέναν απολύτως πρακτικό στόχο»
Αυτό δε λαμβάνεται υπόψη στη φιλοσοφία του S.T.E.M. που προωθεί απροκάλυπτα μία χρησιμοθηρική παιδεία ενάντια στη μόρφωση, όπως την ορίσαμε παραπάνω.
Πώς μπορούμε να κάνουμε τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες πιο ελκυστικά;
Μπορούμε άραγε να κάνουμε ελκυστικό ένα μάθημα το οποίο δεν ασχολείται με τη λύση ενός πρακτικού προβλήματος αλλά αναφέρεται σε προβλήματα τα οποία δεν έχουν καμία απολύτως πρακτική εφαρμογή; Η απάντηση είναι σίγουρα ΝΑΙ. Αν θα το καταφέρουμε ή όχι, εξαρτάται από το αναλυτικό πρόγραμμα, τη μεθοδολογία εκπαίδευσης, σε συνδυασμό με την παρουσία ενός χαρισματικού δασκάλου με βαθιά γνώση και αγάπη για το αντικείμενό του. Ένας καλός δάσκαλος θα κάνει ένα μάθημα άκρως ελκυστικό, ακόμη και αν μιλάει για αστέρια και γαλαξίες. Ένας κακός δάσκαλος θα κοιμίσει το κοινό του, ακόμη και αν μιλάει στους μαθητές του για το ματς της αγαπημένης τους ομάδας. Τα μαθηματικά και ειδικότερα η ευκλείδεια γεωμετρία είναι ένα λαμπρό παράδειγμα μιας ενασχόλησης χωρίς άμεσες πρακτικές εφαρμογές. Είναι όμως μία κατάκτηση του ανθρώπινου πολιτισμού και ως τέτοια πρέπει να την γνωστοποιήσουμε ως μέρος της γενικής παιδείας-μόρφωσης στους νέους ανθρώπους. Γι’ αυτό θα πρέπει η γενική παιδεία να περιλαμβάνει και τα μαθηματικά.
Η κρίση στην εκπαίδευση και ειδικότερα στις φυσικές επιστήμες είναι θέμα μεθοδολογίας ή αναλυτικού προγράμματος;
Δηλαδή, αν από δασκαλοκεντρική που είναι σήμερα η εκπαίδευση μετατραπεί σε ανακαλυπτική – διερευνητική, θα λυθεί και το χαμηλό ομολογουμένως γνωστικό υπόβαθρο των αποφοίτων μαθητών μας; Θεωρώ ότι κάτι τέτοιο δε θα συμβεί, αφού δεν είναι αυτό το βασικό πρόβλημα της εκπαίδευσης. Απόδειξη του παραπάνω ισχυρισμού είναι ότι μαθήματα που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο από τα πιο διάσημα εκπαιδευτικά ιδρύματα του κόσμου (το πανεπιστήμιο της Κρήτης έχει δημιουργήσει ένα εξαιρετικό διαδικτυακό πρόγραμμα διδασκαλίας, το mathesis) και είναι κοινώς αποδεκτό ότι είναι αρκετά ελκυστικά, είναι βασισμένα στη δασκαλοκεντρική μέθοδο διδασκαλίας. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της εκπαίδευσης μας στις φυσικές επιστήμες πιστεύω ότι βρίσκεται στο αναλυτικό πρόγραμμα, το οποίο είναι αρκετά περιορισμένο χωρίς συνοχή και διαθεματικότητα, πλήρως αποξενωμένο από το αναλυτικό πρόγραμμα των μαθηματικών, χωρίς διασύνδεση με την τεχνολογία και χωρίς κάποια πετυχημένη εργαστηριακή υποστήριξη. Η μεθοδολογία του S.T.E.M. αντιθέτως δίνει σαφώς μεγαλύτερη βαρύτητα στις μεθόδους διδασκαλίας απ’ ό,τι στο περιεχόμενο. Σε καμία αναφορά για το S.T.E.M. δε βρήκα προτάσεις για ένα συγκεκριμένο αναλυτικό πρόγραμμα ανά βαθμίδα και τάξη. Στη φιλοσοφία του S.T.E.M. το αναλυτικό πρόγραμμα βρίσκεται σε δεύτερη και τρίτη μοίρα. Δεν παίζει ρόλο τι ακριβώς θα διδάξουμε αλλά το πώς θα το διδάξουμε!!!
Γιατί όμως δίνονται τόσοι πόροι για την προώθηση της πολιτικής S.T.E.M.;
Η απάντηση στο ερώτημα δίνεται από αυτούς που προβάλλουν το S.T.E.M.. Αναφέρουν ότι: «Η εκπαίδευση στο S.T.E.M. αποτελεί πλέον οικονομική επιταγή για την Αμερική, διότι σχεδόν όλα από τα 30 αναπτυσσόμενα επαγγέλματα μέσα στην επόμενη δεκαετία θα απαιτήσουν τουλάχιστον κάποιο υπόβαθρο σε γνώσεις τεχνολογίας, μηχανικής και μαθηματικών»
Με άλλα λόγια επιδιώκεται μία εκπαίδευση που να παρέχει περισσότερες δεξιότητες απ’ ,ότι μόρφωση με την έννοια που την ορίσαμε παραπάνω. Έτσι, η απόκτηση των γνώσεων και δεξιοτήτων που απαιτούν τα νέα επαγγέλματα, θα επιβαρύνει οικονομικά την κεντρική εξουσία και όχι τις εταιρείες, αφού δε θα χρειάζεται να πραγματοποιούν αντίστοιχα σεμινάρια εξειδίκευσης προσωπικού. Το αποτέλεσμα θα είναι ότι οι μελλοντικοί εργαζόμενοι θα έχουν υψηλής ποιότητας δεξιότητες αλλά θα είναι σχετικά αμόρφωτοι. Μια τέτοια πολιτική δεν εξυπηρετεί μόνο τις αγορές αλλά και την εκάστοτε εξουσία, αφού ένας αμόρφωτος πολίτης είναι γεγονός ότι έχει χαμηλότερη κριτική ικανότητα, με αποτέλεσμα να είναι πιο εύκολη η χειραγώγησή του.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι υιοθετώντας την πολιτική S.T.E.M. στην εκπαίδευση δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα δημιουργούμε και πιο μορφωμένους πολίτες. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι τα μαθήματα των φυσικών επιστημών θα γίνουν και πιο ελκυστικά. Το πιο πιθανό είναι ότι υιοθετώντας τη μεθοδολογία S.T.E.Μ. οι μελλοντικοί πολίτες θα έχουν γνώσεις και δεξιότητες πιο κοντά στις ανάγκες των αγορών αλλά χαμηλότερη μόρφωση και κριτική ικανότητα με αποτέλεσμα να γνωρίζουν λιγότερα για τη λειτουργία του φυσικού κόσμου.
Θα συμβεί δηλαδή ακόμη πιο έντονα αυτό που είχε πει ο Καρλ Σαγκάν (1934-1996 Αμερικανός αστρονόμος) πριν από αρκετά χρόνια, ότι ζούμε δηλαδή σε μια κοινωνία απολύτως εξαρτώμενη από την επιστήμη και την τεχνολογία, όπου σχεδόν κανένας δεν ξέρει τίποτα για την επιστήμη και την τεχνολογία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου